16 Ιανουαρίου 2012

Η «δική μας» Σκάλα του Μιλάνου

thumb

Φέρει ακόμη πάνω του ανάγλυφα τα ίχνη μιας άλλης ένδοξης εποχής, όταν ορισμένοι φωτισμένοι Έλληνες δημιουργούσαν πρωτοπόρα και καινοτόμα για την εποχή τους έργα. Ευτυχώς, θα σβήσουν και θα ξεχαστούν τα ίχνη που άφησαν οι δεκαετίες της νεοελληνικής εγκατάλειψης και αδιαφορίας αλλά και τα τραύματα που χάραξαν οι δύο σεισμοί, το 1981 και το 1999. Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά αναμένεται να παραδοθεί στα τέλη του επόμενου μήνα, πλήρως αποκατεστημένο και συντηρημένο από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεωτέρων και Σύγχρονων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού.
Και θα θυμίζει εν πολλοίς την εικόνα που είχε όταν εγκαινιάστηκε εκείνο το πρωινό της 9ης Απριλίου του 1895, με τη φιλαρμονική του δήμου να παίζει μέχρι το απόγευμα και αραγμένες μπροστά του τις «βικτώριες άμαξες» και τα λεγόμενα «βιζ-α-βι» λεωφορεία της εποχής... Η ολοκλήρωσή του, σε μια εποχή που βασιλεύει η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια, προσφέρει αισιοδοξία και την ελπίδα μιας κάποιας επανεκκίνησης, όχι μόνο για την πόλη του Πειραιά. Χαρακτηρίστηκε η «δική μας Σκάλα του Μιλάνου» και τηρουμένων των αναλογιών δεν πρόκειται για υπερβολή. Το θέατρο διαθέτει μια μοναδική – ακόμη και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα – σκηνή (πλάτος 20,50 μέτρα, βάθος 16,20 μ. και ύψος 30 μ.). Διασώθηκε σχεδόν αλώβητη και αναδύθηκε σε όλο το παλιό της μεγαλείο. Θεωρείται ένα από τα ελάχιστα δείγματα της εποχής μπαρόκ στην Ευρώπη, αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι διασώζονται άλλες δύο, στην Τσεχία και την Ιταλία.
Πρωτοποριακό «πολυεργαλείο»
Πρόκειται για ένα έργο πρωτοποριακής τεχνολογίας, φτιαγμένο από Έλληνες το 1890! Η αρχική μελέτη προέβλεπε μια νέα σύγχρονη σκηνή, ανάλογη με αυτή που έγινε στο Εθνικό Θέατρο. Όταν, όμως, άρχισαν να ξηλώνουν το δάπεδο, είδαν με έκπληξη πως από κάτω υπήρχε μια τριώροφη εκπληκτική κατασκευή. Η μελέτη άλλαξε και αμέσως το υπουργείο Πολιτισμού κήρυξε τη σκηνή διατηρητέα, ως μνημείο της ιστορίας της τεχνολογίας. Ο σκηνογράφος και σκηνοθέτης Νίκος Πετρόπουλος, που έχει τεράστια πείρα από θεατρικές σκηνές ιστορικών ευρωπαϊκών θεάτρων, επισήμανε την αξία της και ως ειδικός τεχνικός σύμβουλος της εργολήπτριας εταιρείας Τομή ΑΒΕΤΕ προχώρησε στον σχεδιασμό της σκηνής και των μηχανισμών της (το ίδιο έκανε και για το Εθνικό Θέατρο).
Πρόκειται για ένα πολύπλοκο δημιούργημα, ένα «πολυεργαλείο», μια «πολυσκηνή», όπως την ονομάζει ο Νίκος Πετρόπουλος, στην οποία μπορούν να παρουσιαστούν όλα τα είδη του θεάματος. Διασώθηκαν και – το σπουδαιότερο – συνεχίζουν να λειτουργούν τα αναβατόρια, τα χειροποίητα ταμπούρα, που από την κορυφή της στέγης και χάρη σε ένα πραγματικό «δάσος» δοκών και άλλων ξύλινων κατασκευών ανεβοκατέβαζαν σκηνικά στα τρία διαφορετικά επίπεδα της σκηνής και των παρασκηνίων. Αξιοθαύμαστες και οι πασαρέλες, τέσσερις σε κάθε πλευρά των παρασκηνίων, με μηχανισμούς ανύψωσης των πλευρικών σκηνικών που διατηρήθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση. Αρκεί να φανταστεί κανείς ότι αυτός ο ξύλινος λαβύρινθος παραμένει σε ποσοστό 60% ακόμη γερός. Η υποδομή αυτή, που συντηρήθηκε, και διασώζεται ολόκληρη μαζί με τους μηχανισμούς της, κατατάσσεται μεταξύ των πλέον υποδειγματικών θεατρικών σκηνών του 19ου αιώνα.
Περίτεχνη είναι και η διακόσμηση, ιδιαίτερα εκείνη που αποκαλύφθηκε μετά τις εργασίες. Διασώθηκαν η ζωγραφιστή αυλαία της σκηνής και ο διάκοσμος στα στηθαία των θεωρείων, ενώ οι παραστάσεις στην ψευδοροφή της κυρίως αίθουσας με γεωμετρικό και φυτικό διάκοσμο, αν και αλλοιώθηκαν από νεότερες επεμβάσεις, θα είναι ορατές. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 ο Γιάννης Τσαρούχης είχε προσφερθεί να τις ζωγραφίσει πάλι, αλλά η πρότασή του άφησε αδιάφορη την τότε δημοτική αρχή! Σώζεται πάντως ο τεράστιος επιβλητικός πολυέλαιος της πλατείας που άναβε παλιά με γκάζι. Κυρίαρχα χρώματα στο θέατρο θα είναι το βαθυκόκκινο, που παίζει σε ορισμένες γωνιές με τους ψυχρούς τόνους του μπεζ στους εξώστες. Δύο θα είναι τα φουαγιέ, με ισάριθμα καφενεία, 600 τα καθίσματα, σύγχρονα τα καμαρίνια με δικό τους κυλικείο, 23 τα θεωρεία, ενώ στον ξύλινο θόλο της οροφής, μνημείο από μόνος του, θα λειτουργήσει μικρό αναγνωστήριο και βιβλιοθήκη! Από τα 25 καταστήματα στον πεζόδρομο της Αγ. Κωνσταντίνου θα διατηρηθούν τέσσερα που θα δοθούν προς εκμετάλλευση. Το θέατρο έχει επισκεφτεί αρκετές φορές ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος. Έχει εκφράσει την επιθυμία να γυρίσει εκεί σκηνές της νέας του ταινίας «Η άλλη θάλασσα».
Άρωμα από Γαλλία
Το θέατρο ήταν ιδέα του δημάρχου και βιομηχάνου Τρύφωνα Μουτζόπουλου (1883), αλλά χωροθετήθηκε επί δημαρχίας Αρ. Σκυλίτση (1883-87) σε ένα άνετο οικόπεδο μπροστά στην πλατεία Κοραή και έγινε γρήγορα τοπόσημο για το πρώτο λιμάνι της χώρας. Αρχιτέκτονας ήταν ο Πειραιώτης Ιωάννης Λαζαρίμος, που έχει υπογράψει και άλλα έργα στη γενέτειρά του, όπως τους ναούς των Αγίου Κωνσταντίνου και Αγίου Νικολάου. Με σπουδές στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού και στο Πολυτεχνείο του Βερολίνου, αντιλαμβάνεται κανείς γιατί το θέατρο φέρει γαλλικό κυρίως άρωμα και θυμίζει το περίφημο «Οντεόν» της γαλλικής πρωτεύουσας, αλλά δανείζεται και κάποια διακοσμητικά στοιχεία από το Εθνικό Θέατρο του Μονάχου. Οι μεγάλες διαστάσεις του κτιρίου (47 μέτρα μήκος και 34,5 πλάτος) εξασφάλισαν τη δυνατότητα να κατασκευαστεί μια αίθουσα με 1.400 θέσεις, κατά τα γαλλικά πρότυπα. Γνώρισε μέρες δόξας, καθώς από τη σκηνή του παρέλασαν σημαντικοί άνθρωποι του θεάτρου, από τον Δημήτρη Ροντήρη, τον Αιμίλιο Βεάκη, τη Μαρίκα Κοτοπούλη, τον Αλέξη Σολομό μέχρι τον Κάρολο Κουν, τον Μάνο Κατράκη, τον Βασίλη Διαμαντόπουλο και τον Αλέκο Αλεξανδράκη. Την περίοδο της χούντας φιλοξένησε καλλιστεία και ομαδικούς γάμους, ενώ τα τελευταία χρόνια υποδέχθηκε από θιάσους δευτέρας διαλογής μέχρι συλλόγους για την κοπή της πίτας.
Ένα στολίδι που χρειάζεται προσοχή
Οι Πειραιώτες θεωρούν την ολοκλήρωση του θεάτρου ως τη δεύτερη αναγέννηση της πόλης. Πέφτει επομένως στους ώμους της δημοτικής αρχής η ευθύνη, τουλάχιστον, να μην τους απογοητεύσει. Μέχρι στιγμής δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο ποια θα είναι η επόμενη μέρα για το Δημοτικό Θέατρο. Έχει προταθεί εδώ και καιρό η ανάγκη δημιουργίας ενός φορέα που θα διαχειρίζεται το θέατρο και θα στελεχωθεί από προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους. Οπωσδήποτε η ύπαρξη ενός καλλιτεχνικού διευθυντή κρίνεται απαραίτητη για να μην ξαναζήσει το μοναδικό αυτό κτίριο σκηνές αλήστου μνήμης. Το θέατρο μπορεί να αποτελέσει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία όχι μόνο για την πολιτιστική αλλά και για την οικονομική αναγέννηση του Πειραιά. Ωστόσο, αν εξαιρέσει κανείς τις διαβεβαιώσεις του νυν δημάρχου Πειραιά Βασίλη Μιχαλολιάκου στο δημοτικό συμβούλιο, ότι θα διατηρηθεί ψηλά ο πήχης με πολιτιστικά θεάματα επιπέδου, τίποτε ακόμη χειροπιαστό δεν έχει ανακοινωθεί. Δεν θα έπρεπε άραγε να δουλεύεται ήδη ο καλλιτεχνικός προγραμματισμός; Θα κληθούν οι θεατές να θαυμάσουν το κομψοτέχνημα και μετά τι;
www.topontiki.gr