Το νέο ανταποδοτικό τέλος, έχει στόχο τη δημιουργία ειδικού ταμείου που θα επιτρέψει στο Δήμο να προχωρήσει στην αγορά και τη δημιουργία ελεύθερων πράσινων κοινόχρηστων χώρων αλλά και κοινωφελών εγκαταστάσεων.
Κατά του ειδικού τέλους είχε προσφύγει στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση, η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ).
Η ανακοίνωση του Δήμου:
“Στις 16 Δεκεμβρίου, το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης μας αποφάσισε την καθιέρωση ενός
ανταποδοτικού βιώσιμου αναπτυξιακού τέλους που θα επιτρέψει στο Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης να αποκτήσει τους λίγους εναπομείναντες ελεύθερους χώρους και να διασφαλίσει τον κοινόχρηστο και τον κοινωφελή τους χαρακτήρα.Η διάρθρωση του τέλους επιμερίζει το οικονομικό βάρος δίκαια μεταξύ των κατοίκων, των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων και των μεγάλων υπερτοπικών επιχειρήσεων εστίασης και ξενοδοχειακής εκμετάλλευσης.
Με τον τρόπο αυτό ο Δήμος διασφαλίζει την απρόσκοπτη χρηματοδότηση της αγοράς ελεύθερων εκτάσεων και κυρίως τη δημιουργία νέων σύγχρονων υποδομών που έχει ανάγκη η πόλη, χωρίς να διαταράσσεται η ομαλή λειτουργία του Δήμου και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της καθημερινότητας.
Η διάρκεια ισχύος του τέλους είναι δωδεκαετής και το ποσό που προβλέπεται να εισπραχθεί από το τέλος θα πιστώνεται σε ειδικό κωδικό του προϋπολογισμού και διατίθενται αποκλειστικά και μόνο για τους λόγους για τους οποίους καθορίστηκε.
Ακριβώς στην εκπνοή της προβλεπόμενης από το νόμο προθεσμίας, ο Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής απέστειλε στο Δήμο απόφαση του βάσει της οποίας ακυρώνει τη σχετική απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου.
Ο αρμόδιος χειριστής του θέματος στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής, προφανώς δεν εξέτασε την αιτιολόγηση που συνόδευε την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου αλλά ούτε τις επισυναπτόμενες οικονομοτεχνικές μελέτες και νομικές γνωμοδοτήσεις.
Παράλληλα δεν έλαβε υπόψη του τις σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ για όμοιες περιπτώσεις, με αποτέλεσμα η ακυρωτική απόφαση να είναι αναιτιολόγητη και νομικά αβάσιμη.
Αντί να περιορίζεται αποκλειστικά σε έλεγχο νομιμότητας του θέματος, προέβη ουσιαστικά σε έλεγχο σκοπιμότητας αφαιρώντας με τον τρόπο αυτόν την διοικητική και πολιτική αυτοτέλεια του Δήμου