kathimerini.gr
1. «Τα έσοδα επαρκούν για να πληρωθούν οι δαπάνες του κράτους, αρκεί να
μην πληρώσουμε τους τόκους των δανείων»Mακάρι να ήταν έτσι! Οι δαπάνες του κράτους, μαζί με εκείνες του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων έκλεισαν το 2011 στα 108,5 δισ. Οι αναλογούντες τόκοι ήταν 15 δισ., άρα το κράτος χρειαζόταν 93,5 δισ. ακόμη και αν δεν πλήρωνε κανέναν τόκο. Να παρατηρήσουμε ότι στις δαπάνες δεν περιλαμβάνονται τα χρεολύσια, δηλαδή η εξόφληση παλαιών δανείων. Από την άλλη, τα έσοδα, μαζί με τις κρατήσεις για ασφάλιση και υγεία, ήταν 88,5 δισ. ευρώ. Αρα, το έλλειμμα, χωρίς τόκους, αυτό που αποκαλείται πρωτογενές, ήταν 5 δισ. ευρώ. Η κατάσταση για το 2012 σχεδιάστηκε να δείξει βελτίωση. Αν και κινδυνεύει να μείνει στα χαρτιά, λόγω της ταχύτατης απώλειας εσόδων.
Ο στόχος είναι να μαζέψει η κυβέρνηση 86,3 δισ., για να πληρώσει υποχρεώσεις 101,1 δισ. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνονται τόκοι 12,8 δισ. Ακόμη κι έτσι λοιπόν, υπάρχει καθαρό έλλειμμα 2 δισ. ευρώ.
Από την άλλη, η διακοπή της κανονικής εξυπηρέτησης των κρατικών δανείων συνιστά γεγονός μεγάλης σημασίας και έχει σοβαρότατες συνέπειες. Πρόσφατα διενεργήθηκε η πιο μεγάλη ανταλλαγή ομολόγων (PSI), που περιλαμβάνει και μείωση των τόκων και μεταφορά των χρόνων αποπληρωμής, χωρίς να κηρυχθεί η χώρα σε χρεοκοπία. Η άρνηση πληρωμής τόκων θα προσφέρει μεγάλες ευκαιρίες κερδοσκοπίας σε βάρος των συμφερόντων και θα απομακρύνει οριστικά την προοπτική αποκατάστασης οικονομικής ισορροπίας.
Επιπλέον, είμαστε πολύ κοντά στο σημείο επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος. Θα ήταν άδικο να πετάξουμε τον κόπο και τις θυσίες που έγιναν. Είναι, τέλος, απολύτως κατανοητό ότι η ανοικτή χρεοκοπία του κράτους θα μειώσει τα έσοδα με τρόπο που δεν μπορεί να υπολογιστεί με ακρίβεια, αλλά σίγουρα θα οδηγήσει στη λήψη υποχρεωτικών αποφάσεων έκτακτης ανάγκης.
2. «Η κατώτατη αμοιβή μπορεί να επιστρέψει στα προηγούμενα επίπεδα»
Οσα κόμματα επιμένουν στη μετεκλογική αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων δίδοντας έμφαση στην επιστροφή των κατώτατων μισθών στα επίπεδα των 751 ευρώ ή και περισσότερο, αποκρύπτουν μια αλήθεια: ότι η αγορά και η ύφεση, και όχι οι νόμοι, είναι αυτοί που οδήγησαν σε πλήρη υποτίμηση τον ονομαστικό μισθό. Οποιαδήποτε νομοθετική βελτίωση θα παραμείνει κενό γράμμα εάν οι ίδιες οι επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να κάνουν τις ανάλογες διορθώσεις προς τα πάνω.
Eπιπλέον μόνον το 13% των μισθωτών πληρώνεται με τα κατώτατα όρια (εισαγωγικός), που αφορούν ανειδίκευτους εργαζομένους. Οι αμοιβές των πολλών ορίζονται από κλαδικές, επιχειρησιακές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις. Σε αυτές αναφέρονται οι ατομικές συμβάσεις απασχόλησης. Οι ελάχιστες αμοιβές των ειδικών συμβάσεων είναι, κατά κανόνα, μεγαλύτερες από εκείνες της εθνικής σύμβασης κατά 100 ή 300 ευρώ ή και περισσότερα.
Τα κατώτατα όρια αντιθέτως προσδιορίζονται στην Εθνική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας με συμφωνία των κοινωνικών εταίρων. Τον Φεβρουράριο, με τον νόμο 4046 και αφού απέτυχαν να συμφωνήσουν οι εταίροι, ορίστηκε μείωση κατά 22% (κατά 32% για τους νέους μέχρι 25 ετών). Δεν είναι τυχαίο ότι ο ΣΕΒ από τη μια πλευρά ζητεί αποκατάσταση των κατώτατων ορίων και από την άλλη θέτει με έμφαση ζήτημα μείωσης των μέσων μισθών.
Το πραγματικά μεγάλο εμπόδιο για τη διατήρηση καλύτερης κατώτατης αμοιβής είναι η ανεργία. Η οποία όμως είναι πολύ μεγαλύτερη σε άτομα ανειδίκευτα, χωρίς εκπαίδευση. Πράγματι, το 38% των ανέργων διαθέτει καμία ή μόνον την υποχρεωτική μόρφωση (έως 3η Γυμνασίου), ενώ το 47% έφτασε μέχρι τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και μόνον το 15% έχει πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Την ίδια στιγμή, μόνον ένας σε κάθε δέκα ανέργους δεν είναι Ελληνας. Η αδήλωτη, περιορισμένου χρόνου και ασταθής εργασία αποτελεί σημαντικό παράγοντα μείωσης των πραγματικών αμοιβών.
3. «Να ανακηρυχθούν αμέσως οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες»
Κανείς δεν διαφωνεί με την ήδη προγραμματισμένη ανακήρυξη των ΑΟΖ. Είναι όμως εντελώς παραπλανητικό να ισχυρίζεται κανείς ότι μπορεί να γίνει αυτό με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς καμία συνεννόηση. Ως αίτημα μάλιστα είναι και άκρως λαϊκίστικο, όταν υπονοεί ότι αν η Ελλάδα ανακήρυττε μονομερώς τις ΑΟΖ της, πετρέλαια και αέριο θα αντλούνταν αμέσως και, επομένως, θα αντιμετωπίζαμε ριζικά το οικονομικό μας πρόβλημα.
Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, για την έναρξη ερευνών απαιτείται η κοινή οριοθέτηση κάθε ΑΟΖ για την οποία μπορεί να έχει ενδιαφέρον ένα άλλο κράτος. Με άλλα λόγια, οποιαδήποτε έρευνα -πόσω μάλλον εκμετάλλευση των εκτιμωμένων κοιτασμάτων- προαπαιτεί διακρατικές συμφωνίες. Γεγονός που σημαίνει ότι τυχόν εφαρμογή των προτάσεων του τύπου «ανακηρύσσουμε ΑΟΖ εδώ και τώρα και μονομερώς» θα αποτελούσε casus belli για τους άλλους ενδιαφερομένους και θα ενέπλεκε τη χώρα σε απρόβλεπτες περιπέτειες. Μπορεί οι περισσότεροι να το αγνοούν, αλλά η Ελλάδα έχει ήδη επιχειρήσει να οριοθετήσει την ΑΟΖ της με την Αλβανία. Ακόμη κι εκεί, το θέμα κόλλησε στο Συνταγματικό Δικαστήριο της γείτονος - κατά πληροφορίες με παρέμβαση της Αγκυρας. Επομένως, μόνη ρεαλιστική και ειλικρινής προεκλογική δέσμευση μπορεί να είναι ότι η επόμενη κυβέρνηση θα πιέσει στην κατεύθυνση χάραξης της υφαλοκρηπίδας με την Τουρκία και την οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ σε συνεργασία με Αίγυπτο και Λιβύη. Και ότι σε περίπτωση άρνησης των συγκεκριμένων χωρών, θα καταβληθεί προσπάθεια να παραπεμφθούν οι όποιες διαφωνίες στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
4. «Πού πήγαν τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ που έδωσε το κράτος στις τράπεζες;»
Το κράτος δεν έδωσε ποτέ 200 δισ. στις τράπεζες, για τον απλό λόγο ότι δεν τα έχει. Ούτε μετέφερε παρόμοιο ποσό από τα κρατικά έσοδα στο ταμείο των τραπεζών. Τα μόνα «σχεδόν πραγματικά χρήματα» ήταν 4 δισ. που έδωσε το 2008 και απέκτησε προνομιούχες μετοχές με εγγυημένο μέρισμα 10% επί της αξίας και τον έλεγχο σε βασικές αποφάσεις της διοίκησης των τραπεζών. Από τότε και μέχρι πρόσφατα, το κράτος προσέφερε, σταδιακά, εγγυήσεις ύψους 80 δισ., για να μπορέσουν οι τράπεζες να σηκώσουν πραγματικό χρήμα από την ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη. Οι ίδιες οι τράπεζες έβαλαν δικούς τους τίτλους, δάνεια και άλλες εγγυήσεις κι έτσι το σύστημα πήρε, μέχρι στιγμής, 75 δισ. απευθείας από την ΕΚΤ και άλλα 55 δισ. από την Τράπεζα της Ελλάδος, με ειδική άδεια του ευρωσυστήματος. Το χρήμα αυτό (το μόνο πραγματικό μαζί με τα διακρατικά δάνεια του Μνημονίου) προέρχεται απευθείας από τις καταθέσεις των πολιτών της βόρειας και κεντρικής Ευρωζώνης, που έχουν πλεόνασμα αποταμίευσης. Δεν πρόκειται για δάνεια του ελληνικού κράτους ούτε για χρήμα που «τυπώνει» η ΕΚΤ.
Οι κρατικές εγγυήσεις χρειάστηκαν για δύο λόγους. Οι τράπεζες έπρεπε να βρουν χρήματα για να καλύψουν την «τρύπα» που δημιούργησε στο σύστημα η μεγαλύτερη από 70 δισ. φυγή καταθέσεων. Επρεπε, ακόμη, να διατηρήσουν τα παλαιότερα δάνεια. Πράγματι, αν και ο νέος δανεισμός περιορίστηκε δραστικά, οι τράπεζες διατήρησαν, ρύθμισαν και στήριξαν τα παλαιότερα δάνεια των επιχειρήσεων. Σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε αμέσως να ζητήσουν την επιστροφή. Αλλωστε, οκτώ στα δέκα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, στο μεγαλύτερο μέρος τους, συνέχισαν να εξυπηρετούν τα δάνειά τους.
Οι εγγυήσεις δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και, εφόσον η οικονομική κατάσταση ανορθωθεί, θα καλυφθούν χωρίς να εγγραφεί τίποτε στο δημόσιο χρέος. Πρόκειται τελικά για λογιστική εγγραφή, που όμως επέτρεψε μέχρι σήμερα να μην καταρρεύσουν οι τράπεζες.
Στο λαϊκίστικο ερώτημα «πού πήγαν τα 200 δισ.;» προστίθεται συχνά, για πολιτικούς λόγους, το ποσό που έχει προβλεφθεί, με το δεύτερο Μνημόνιο, για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Πρόκειται για ομόλογα που θα τα δανείσει το EFSF, προκειμένου να διασφαλισθούν οι καταθέσεις μετά τη ζημιά που προκάλεσε το «κούρεμα» των κρατικών ομολόγων με το PSI. Στο ίδιο ποσό περιλαμβάνεται και η κάλυψη των ζημιών από δάνεια που δεν μπορούν να εισπραχθούν και θα διαγραφούν, μετά τη μελέτη της BlackRock. Με αυτόν τον τρόπο οι τράπεζες θα αποκτήσουν και πάλι τα «ελάχιστα κεφάλαια ασφαλείας» και θα διατηρήσουν την άδεια λειτουργίας τους. Κατόπιν αυτών, θα βελτιωθεί η δυνατότητα παροχής νέων δανείων.
Και πάλι δεν πρόκειται για χρήματα του ελληνικού προϋπολογισμού, αν και οι Ευρωπαίοι και το ελληνικό κράτος, που αναλαμβάνει τελικά την υποχρέωση, ελπίζουν ότι μετά πέντε έτη θα πάρουν πίσω τα χρήματά τους.
5. «Με την απλή αναλογική θα είχαμε ήδη κυβέρνηση»
Η εντύπωση αυτή, χρήσιμη μόνον για ιδεολογικές συζητήσεις, δεν επιβεβαιώνεται από την κάλπη. Αν ίσχυε απλή αναλογική, στις 6 Μαΐου θα έμπαιναν στη Βουλή 21 κόμματα! Βουλευτές θα εξέλεγαν, μεταξύ άλλων: Δημοκρατική Αναγέννηση, Ενωση Κεντρώων, Κίνημα Δεν Πληρώνω, οι συνεχιστές του... Καποδίστρια και, βεβαίως, η κ. Λούκα Κατσέλη, η Ανταρσύα και πάει λέγοντας. Φαντάζεστε πόσο δύσκολο θα ήταν να συμφωνήσουν όλοι οι προαναφερθέντες στην ενδεδειγμένη οικονομική πολιτική; Η υποστήριξη, όμως, της απλής αναλογικής, ειδικώς σε αυτή τη συγκυρία, θέτει και το εξής αυτονόητο ερώτημα: Πότε είναι πιο εύκολο στον νικητή των εκλογών να σχηματίσει κυβέρνηση; Με τις 50 έδρες του «μπόνους» που προβλέπει το σημερινό σύστημα; ΄Η με περίπου το 1/4 των εδρών αυτών που θα του αναλογούσαν αν καταργούνταν εντελώς το μπόνους; Επιπλέον, το σύστημα που διαχρονικώς προτείνει η Αριστερά δεν έχει μετελετηθεί επαρκώς ως προς τις απίστευτες «καραμπόλες» που θα προκαλούσε. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τη μονοεδρική που κερδισε στις 6 Μαΐου το ΚΚΕ στην παραδοσιακά «κόκκινη» Σάμο, με την απλή αναλογική θα την έπαιρνε η... Χρυσή Αυγή! Ουδείς, τέλος, αναφέρεται στο ενδεχόμενο σχηματισμού μειονοτικού κόμματος στη Θράκη στην περίπτωση κατάργησης του περιβόητου ορίου του 3%. Οσοι λοιπόν υποστηρίζουν το συγκεκριμένο αίτημα οφείλουν να απαντήσουν και γιατί άραγε η Σουηδία ή η Γερμανία, που θεωρούνται υποδειγματικές χώρες αναλογικής εκπροσώπησης, θέτουν όριο εισόδου ενός κόμματος στο κοινοβούλιο το 4 και το 5%.
6. «H Τράπεζα της Ελλάδος να γίνει κρατική, γιατί έχει υπογράψει με τους δανειστές ενώ βρίσκεται σε χέρια ιδιωτών, και μάλιστα μη Ελλήνων»
Πρόκειται για την απόλυτη παραπλάνηση. Η ΤτΕ είναι απολύτως ανεξάρτητη. Αποτελεί θεσμό της πολιτείας και του ευρωσυστήματος. Οι ιδιώτες δεν έχουν λόγο σε κανένα θέμα πολιτικής και διοίκησης. Βεβαίως, είναι ανεξάρτητη και απέναντι στην κυβέρνηση, επομένως δεν επηρεάζεται από τις κομματικές μεταβολές. Η διοίκησή της ορίζεται από τη Βουλή κατόπιν προτάσεως της κυβέρνησης και όχι από τους μετόχους. Οι αρμοδιότητες των διοικητικών οργάνων (πολιτική επιτοκίων, έκδοση χρήματος, εποπτεία και έλεγχος τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών) δεν υπόκεινται στον έλεγχο της γενικής συνέλευσης των μετόχων. Μέτοχοι, εκτός από το κράτος και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που διαθέτουν τον πλήρη μετοχικό έλεγχο, είναι και φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Αυτό ισχύει από τότε που ιδρύθηκε η τράπεζα (1928) και δεν αποτέλεσε ποτέ πρόβλημα για την άσκηση της νομισματικής πολιτικής. Οι μέτοχοι -κανείς δεν ελέγχει ποσοστό άνω του 0,6% και οι «ξένοι» δεν ξεπερνούν το 3%- ψηφίζουν μόνο για τον λογιστικό ισολογισμό και εγκρίνουν το μέρισμα προς τους ιδιώτες, το οποίο, με νόμο, περιορίζεται στο 1/5 των κερδών. Τα 4/5 των κερδών της τράπεζας πηγαίνουν υποχρεωτικά στο δημόσιο ταμείο. Το ελληνικό Δημόσιο κατέχει απευθείας 9% των μετοχών της ΤτΕ, ενώ βάσει νόμου το 35% της τράπεζας που ελέγχεται από Ταμεία και ασφαλιστικούς οργανισμούς εκπροσωπείται απο τον υπουργό Οικονομικών, ο οποίος είναι και ο μόνος που έχει πλήρη δικαιώματα ψήφου στη γενική συνέλευση.
Κατά την προετοιμασία εισόδου στην Ευρωζώνη εξετάστηκε το ενδεχόμενο εξαγοράς όλων των ιδιωτών μετόχων. Κρίθηκε ότι αυτό θα οδηγούσε σε μια σοβαρή δαπάνη του κράτους, που θα ωφελούσε μόνον όσους ιδιώτες διαθέτουν σήμερα μετοχές, ενώ δεν θα άλλαζε τίποτε στο καθεστώς ανεξαρτησίας που έχει η ΤτΕ ως όργανο της πολιτείας. Το ίδιο ισχύει και σήμερα.
7. «Στους μετανάστες να δώσουμε ταξιδιωτικά έγγραφα, ώστε να φύγουν και να πάνε στα πλούσια κράτη»
Πρόκειται περί μιας ακόμη παραπλανητικής υπόσχεσης, καθώς τυχόν υλοποίησή της προσκρούει σε ρητές δεσμεύσεις που έχει η χώρα από την Ε.Ε. κυρίως λόγω της Συνθήκης του Σέγκεν. Αλήθεια, πιστεύει κανείς ότι η Ιταλία π.χ. θα υποδεχόταν με ανοιχτές αγκάλες τους μετανάστες που θα της «προωθούσε» η Ελλάδα επειδή θα τους είχε χορηγηθεί στη χώρα μας κάποιο ασαφές ευρωπαϊκό έγγραφο; Καθ’ όλα υπερβολικές είναι βέβαια και οι συναφείς προεκλογικές υποσχέσεις, όπως π.χ. η «αποποινικοποίηση του αδικήματος παράνομης εισόδου, διαμονής και εργασίας μεταναστών, εφόσον συντρέχουν λόγοι οικονομικής επιβίωσης». Διότι απλούστατα δεν υπάρχει παράνομος μετανάστης που να μην αντιμετωπίζει οικονομικό πρόβλημα. Το αξιοσημείωτο είναι ότι ειδικώς ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται να χορηγήσει στους μετανάστες και έναν «πρόσθετο τύπο άδειας, που θα λέγεται “άδεια προς αναζήτηση εργασίας”, με την οποία κάθε ενδιαφερόμενος θα αποκτά αυτοδικαίως το δικαίωμα παραμονής στην ελληνική επικράτεια για ένα χρόνο, με στόχο να αναζητήσει δουλειά». Αν σε αυτά προστεθούν οι παρεμφερείς υποσχέσεις για την κατάργηση «των άτυπων επαναπροωθήσεων στον Εβρο και το Αιγαίο» η διευκόλυνση «στην παροχή πολιτικών δικαιωμάτων και ιθαγένειας» και «η διεύρυνση της πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας, όπως ακριβώς ισχύει και για τους Ελληνες», θα μπορούσε κάλλιστα να ισχυριστεί κανείς ότι μια τέτοια πολιτική τελεί κατά κυριολεξία εκτός τόπου και χρόνου...
8. «Να γίνει αποστρατιωτικοποίηση των σωμάτων ασφαλείας»
Και μόνον ως υπόσχεση προκαλεί τα ειρωνικά χαμόγελα των ανώτατων αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ. Ενας εξ αυτών το είπε χαριτωμένα στην «Κ»: «Αραγε οι αριστερόφρονες εμπνευστές του αφοπλισμού των ΜΑΤ θα προστατευθούν από μόνοι τους σε περίπτωση που βρεθούν τυχαίως σε μια συγκέντρωση π.χ. με οπαδούς της Χρυσής Αυγής ή θα φωνάζουν για την απουσία του κράτους;» Η πρόταση αποκτά και... γραφικές διαστάσεις, καθώς ειδικώς ο ΣΥΡΙΖΑ ζητεί τη «ρητή απαγόρευση κάθε τύπου βίας εναντίον των συλληφθέντων κάθε κατηγορίας», την «απαγόρευση συλλογής και αποθήκευσης δακτυλικών αποτυπωμάτων, DNA κ.λπ.)», την «κατάργηση της ηλεκτρονικής τράπεζας πληροφοριών και την καταστροφή των μέχρι τώρα δεδομένων», όπως και το ξήλωμα «των καμερών παρακολούθησης σε όλους τους δημόσιους χώρους». Κατόπιν τούτων θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι ο μόνος λόγος που το συγκεκριμένο κόμμα δεν εισηγείται και την πλήρη κατάργηση της Αστυνομίας είναι γιατί τάσσεται κατά των πάσης φύσεως απολύσεων στο Δημόσιο...