του Νότη Ανανιάδη -αναδημοσίευση από το portnet.gr
Το πρωί συζητούσαμε για τη σημασία του δημόσιου χώρου, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, με τον φίλο και συνάδελφο Λάμπρο Τσουκνίδα. Παρασκευή και είχε μυρίσει (επιτέλους) άνοιξη. Το απόγευμα στο facebοok, σε μια σπάνια για μένα κρίση σχετικού «κολήμματος», συνομιλούσα με ένα φίλο για τη σημασία της υπό όρους εμπορικής αξιοποίησης, «ως ασπίδα προστασίας», χώρων όπως ο παλιός σταθμός του ΟΣΕ που παραχωρείται πλέον στο δήμο Πειραιά. Φόβοι ότι μπορεί να μετατραπεί σε άλλη μία πανάκριβη καφετέρια, φόβοι ότι αν δεν υπάρξει (και) λελογισμένη εμπορική χρήση θα τον (ξανα)φάνε τα ποντίκια.
Το βράδυ ο καιρός παρέμενε καλός κι ως γνήσιος νότιος που μπούχτισε από τόσο μακρύ χειμώνα με χαμηλές θερμοκρασίες και κυρίως μουντό ουρανό είπα να εκπλήξω την συνηθισμένη στον καιρό της Θεσσαλονίκης οικογένεια μου.
Παίρνουμε τα δίδυμα από τα Γαλλικά λοιπόν και βόλτα στο Πασαλιμάνι. Μπροστά ο Αλέξανδρος που ως ερέτης ξέρει τα κατατόπια, «από τον Όμιλο στον Ολυμπιακό, πέρα στην πλατεία Αλεξάνδρας και πίσω στον Όμιλο (Ερετών) είναι το καθημερινό μας ζέσταμα, πριν βγάλουμε βάρκα» εξηγεί με περηφάνια. Πίσω Άγγελος και Πηνελόπη, πιο πίσω εγώ με την Ελπίδα.
Στέκομαι λίγο και σκέφτομαι καθώς μας βλέπω. Μια τυπική οικογενειακή βόλτα βγαλμένη από την δεκαετία του ’70 και του ’60. Στη θέση μας άνετα θα μπορούσαν να ήταν οι γονείς μας με μας παιδιά. Γυρνάμε, λένε, με την κρίση στις δεκαετίες αυτές. Μήπως δεν ήταν όλα μαύρα κι άσχημα από τότε; Πόσα χρόνια με την επίπλαστη ευημερία των δανεικών είχαμε να κάνουμε ένα τέτοιο περίπατο;
Κι όταν φτάναμε τελικά στην πλ. Αλεξάνδρας δε θα χωνόμασταν απ’ ευθείας σ’ ένα από τα καφέ με τις (όμορφες) πλαστικογυάλινες πέργκολες; Ενώ τώρα παίζουμε με το μοναδικό ίσως θετικό που άφησε η χαμένη τετραετία Φασούλα στον Πειραιά, το υπαίθριο γυμναστήριο στην πλατεία. Σε μια γωνία τρία κορίτσια στα 15-16 «παίζουν» με τρεις νεαρούς έφηβους που λες διστάζουν να πλησιάσουν σε απόσταση πάνω από τρία μέτρα. Δεν άλλαξαν πολλά στο πεδίο αυτό τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ή μήπως κάνω λάθος;
Πάντως αργότερα γυρίζοντας πίσω, απέναντι από το «Αυγό» (είδα ότι επιτέλους ο δήμος επισκευάζει το Ρολόι) παρέες, παρέες, μεγαλύτερων παιδιών 18- 20 ίσως και μεγαλύτερης ηλικίας πίνουν μπύρες, κρασιά, καπνίζουν και φλερτάρουν κοιτώντας άλλα τα εκατομμύρια που πλέουν (πόσο να κοστίζουν συνολικά τα πλωτά παλάτια της Μαρίνας άραγε;) κι άλλα την πόλη και τις καφετέριες πίσω.
Πριν λίγα χρόνια οι καφετέριες, με τον φραπέ στα τέσσερα ευρώ θα ήταν κατάμεστες, τώρα υποτονική η κίνηση τους για Παρασκευή βράδυ, ενώ στα πεζούλια στο Πασαλιμάνι θα άκουγες μόνο αλβανικά, αραβικά ίσως και λίγα αφρικανικά – και παρακαλώ μην θεωρηθεί ρατσιστικό το σχόλιο, το γεγονός της εξόδου στον δημόσιο χώρο και γηγενών παρατηρώ. Από τα θετικά της κρίσης. Θυμάμαι το πρωί με τον Λάμπρο λέγαμε ότι χρόνια τώρα κλεινόμασταν στα καβούκια μας, βγαίναμε για διασκέδαση «μεταξύ μας», αριστεροί με αριστερούς (της ίδιας τάσης κατά κανόνα μάλιστα), πασόκοι με πασόκους, δεξιοί με δεξιούς. Ίσως η αναγκαστική έξοδος στο δημόσιο χώρο, η επανάκτηση του, να επαναφέρει τη λειτουργία του με την έννοια της αγοράς του δήμου, έλεγε το πρωί ο για χρόνια (κυριολεκτικά) σύντροφος και συμπαραστάτης του διπλανού γραφείου στη «Αυγή». Ίσως μπορέσουμε να μιλήσουμε ξανά με τον διπλανό μας, να ζυμωθούμε και με παραδιπλανές ιδέες, να ακούσουμε μιαν άλλη άποψη, να ανακαλύψουμε ξανά τη ζωή, την πόλη, τους πολίτες.
Μεγάλες κουβέντες; Πιθανόν. Αλλά τόσο απλές, και τόσο απλά δωρεάν προσφερόμενες που κυριολεκτικά κανείς δεν έχει να χάσει από μια τέτοια απόπειρα έστω.
Το πρωί συζητούσαμε για τη σημασία του δημόσιου χώρου, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, με τον φίλο και συνάδελφο Λάμπρο Τσουκνίδα. Παρασκευή και είχε μυρίσει (επιτέλους) άνοιξη. Το απόγευμα στο facebοok, σε μια σπάνια για μένα κρίση σχετικού «κολήμματος», συνομιλούσα με ένα φίλο για τη σημασία της υπό όρους εμπορικής αξιοποίησης, «ως ασπίδα προστασίας», χώρων όπως ο παλιός σταθμός του ΟΣΕ που παραχωρείται πλέον στο δήμο Πειραιά. Φόβοι ότι μπορεί να μετατραπεί σε άλλη μία πανάκριβη καφετέρια, φόβοι ότι αν δεν υπάρξει (και) λελογισμένη εμπορική χρήση θα τον (ξανα)φάνε τα ποντίκια.
Το βράδυ ο καιρός παρέμενε καλός κι ως γνήσιος νότιος που μπούχτισε από τόσο μακρύ χειμώνα με χαμηλές θερμοκρασίες και κυρίως μουντό ουρανό είπα να εκπλήξω την συνηθισμένη στον καιρό της Θεσσαλονίκης οικογένεια μου.
Παίρνουμε τα δίδυμα από τα Γαλλικά λοιπόν και βόλτα στο Πασαλιμάνι. Μπροστά ο Αλέξανδρος που ως ερέτης ξέρει τα κατατόπια, «από τον Όμιλο στον Ολυμπιακό, πέρα στην πλατεία Αλεξάνδρας και πίσω στον Όμιλο (Ερετών) είναι το καθημερινό μας ζέσταμα, πριν βγάλουμε βάρκα» εξηγεί με περηφάνια. Πίσω Άγγελος και Πηνελόπη, πιο πίσω εγώ με την Ελπίδα.
Στέκομαι λίγο και σκέφτομαι καθώς μας βλέπω. Μια τυπική οικογενειακή βόλτα βγαλμένη από την δεκαετία του ’70 και του ’60. Στη θέση μας άνετα θα μπορούσαν να ήταν οι γονείς μας με μας παιδιά. Γυρνάμε, λένε, με την κρίση στις δεκαετίες αυτές. Μήπως δεν ήταν όλα μαύρα κι άσχημα από τότε; Πόσα χρόνια με την επίπλαστη ευημερία των δανεικών είχαμε να κάνουμε ένα τέτοιο περίπατο;
Κι όταν φτάναμε τελικά στην πλ. Αλεξάνδρας δε θα χωνόμασταν απ’ ευθείας σ’ ένα από τα καφέ με τις (όμορφες) πλαστικογυάλινες πέργκολες; Ενώ τώρα παίζουμε με το μοναδικό ίσως θετικό που άφησε η χαμένη τετραετία Φασούλα στον Πειραιά, το υπαίθριο γυμναστήριο στην πλατεία. Σε μια γωνία τρία κορίτσια στα 15-16 «παίζουν» με τρεις νεαρούς έφηβους που λες διστάζουν να πλησιάσουν σε απόσταση πάνω από τρία μέτρα. Δεν άλλαξαν πολλά στο πεδίο αυτό τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ή μήπως κάνω λάθος;
Πάντως αργότερα γυρίζοντας πίσω, απέναντι από το «Αυγό» (είδα ότι επιτέλους ο δήμος επισκευάζει το Ρολόι) παρέες, παρέες, μεγαλύτερων παιδιών 18- 20 ίσως και μεγαλύτερης ηλικίας πίνουν μπύρες, κρασιά, καπνίζουν και φλερτάρουν κοιτώντας άλλα τα εκατομμύρια που πλέουν (πόσο να κοστίζουν συνολικά τα πλωτά παλάτια της Μαρίνας άραγε;) κι άλλα την πόλη και τις καφετέριες πίσω.
Πριν λίγα χρόνια οι καφετέριες, με τον φραπέ στα τέσσερα ευρώ θα ήταν κατάμεστες, τώρα υποτονική η κίνηση τους για Παρασκευή βράδυ, ενώ στα πεζούλια στο Πασαλιμάνι θα άκουγες μόνο αλβανικά, αραβικά ίσως και λίγα αφρικανικά – και παρακαλώ μην θεωρηθεί ρατσιστικό το σχόλιο, το γεγονός της εξόδου στον δημόσιο χώρο και γηγενών παρατηρώ. Από τα θετικά της κρίσης. Θυμάμαι το πρωί με τον Λάμπρο λέγαμε ότι χρόνια τώρα κλεινόμασταν στα καβούκια μας, βγαίναμε για διασκέδαση «μεταξύ μας», αριστεροί με αριστερούς (της ίδιας τάσης κατά κανόνα μάλιστα), πασόκοι με πασόκους, δεξιοί με δεξιούς. Ίσως η αναγκαστική έξοδος στο δημόσιο χώρο, η επανάκτηση του, να επαναφέρει τη λειτουργία του με την έννοια της αγοράς του δήμου, έλεγε το πρωί ο για χρόνια (κυριολεκτικά) σύντροφος και συμπαραστάτης του διπλανού γραφείου στη «Αυγή». Ίσως μπορέσουμε να μιλήσουμε ξανά με τον διπλανό μας, να ζυμωθούμε και με παραδιπλανές ιδέες, να ακούσουμε μιαν άλλη άποψη, να ανακαλύψουμε ξανά τη ζωή, την πόλη, τους πολίτες.
Μεγάλες κουβέντες; Πιθανόν. Αλλά τόσο απλές, και τόσο απλά δωρεάν προσφερόμενες που κυριολεκτικά κανείς δεν έχει να χάσει από μια τέτοια απόπειρα έστω.